EN

ΑΝΟΙΧΤΑ ΣΗΜΕΡΑ ΕΩΣ ΤΙΣ 17:00

Κρήτη. Αναδυόμενες πόλεις: Άπτερα ― Ελεύθερνα ― Κνωσός

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

12 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2018 - 30 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2019

Η ΕΚΘΕΣΗ

Τρεις αρχαίες πόλεις ζωντανεύουν» που διήρκησε από 12 Δεκεμβρίου 2018 έως 30 Απριλίου 2019.

Επρόκειτο για μια έκθεση με πλούσιο οπτικό και ηχητικό υλικό, οθόνες, χάρτες, αλλά και χρήση των μέσων της νέας τεχνολογίας. Από την «εκατόμπολιν» Κρήτη του Ομήρου, η έκθεση εστίαζε σε τρεις σημαντικές πόλεις με βάση τα κοινά τους χαρακτηριστικά: τη δημιουργία τους, την ακμή, την παρακμή, την καταστροφή, την εγκατάλειψη και τον «θάνατό» τους, τη λήθη.

Πρόκειται για πόλεις με ιστορία αιώνων, που εγκαταλείφθηκαν και ξεχάστηκαν, αλλά και για τρία απτά παραδείγματα για τον τρόπο ανασκαφής και αποκάλυψής τους, για τις διαφορετικές ή παρόμοιες προσεγγίσεις ανάδυσής τους.

VIDEO CURATOR’S TALK
Οι αρχαιότητες κάθε πόλης φανερώνουν την έκταση των επικρατειών τους, τον δημόσιο ή ιδιωτικό χαρακτήρα, τις θρησκευτικές αντιλήψεις, τα ιερά ή τα νεκροταφεία τους, όλα κομμάτια της διαχρονίας τους. Μεταξύ των αρχαιοτήτων ξεχωρίζουν αυτές που σχετίζονται με τους ιδρυτικούς μύθους κάθε πόλης όσον και με συγκεκριμένες ανθρώπινες ιστορίες: από την Άπτερα ο Σωτήριος Ελευθερναίος, από την Ελεύθερνα ο νέος που δεν γεύτηκε τον έρωτα και από την Κνωσό το παιδί με τα παιχνίδια του. Η έκθεση περιελάμβανε επίσης, χάρτες και αναγεννησιακά βιβλία μεταξύ των οποίων και τον χάρτη του Coronelli (1707) με τον περίφημο φρουτοπλοχμό του, τη γιρλάντα του και τα ονόματα των εκατό πόλεων της Κρήτης που αναφέρονται στον Όμηρο, από τις οποίες ανασύρονται οι τρεις. Η έκθεση πραγματοποιήθηκε με τη συνεργασία του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου, του Αρχαιολογικού Μουσείου Ρεθύμνου, του Πανεπιστημίου Κρήτης-Κέντρο Μελέτης Μουσείου αρχαίας Ελεύθερνας, της Βρετανικής Σχολής Αθηνών-Στρωματογραφικό Μουσείο Κνωσού, του FABA – Fundación Almine y Bernard Ruiz-Picasso para el Arte (για την κεφαλή του ταύρου, δημιουργία του Πικάσο) και με τη σύμπραξη Ιδρυμάτων που δανείζουν αναγεννησιακούς χάρτες και βιβλία, όπως η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών-Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, το Ίδρυμα Σύλβιας Ιωάννου και το Μουσείο Μπενάκη.

Είναι η πρώτη φορά που τόσα πολλά αρχαία αντικείμενα, προφυλαγμένα και διατηρημένα στις αποθήκες Εφορειών Αρχαιοτήτων και στις προθήκες Μουσείων της Κρήτης, έφυγαν από τον γενέθλιο χώρο, για μια περιοδική έκθεση στην Αθήνα.

Η έκθεση περιελάμβανε 500 περίπου αρχαιότητες από παλαιές και νέες ανασκαφές, ευρήματα κάθε είδους που χρονολογούνται από τα νεολιθικά (7η-6η χιλιετία π.Χ.) έως και τα βυζαντινά χρόνια (8ος αιώνας μ.Χ.) και βγήκαν, τα περισσότερα για πρώτη φορά, στο φως: αγάλματα, ανάγλυφα, ειδώλια, επιγραφές, αγγεία, όπλα, εργαλεία, κοσμήματα, νομίσματα και άλλα έργα, από διαφορετικά υλικά: λίθο, μάρμαρο, ασβεστόλιθο, πηλό, μέταλλο (χαλκό, σίδηρο, άργυρο, χρυσό), φαγεντιανή, γυαλί, ελεφαντόδοντο, ημιπολύτιμους λίθους.

 

ΤΑ ΕΚΘΕΜΑΤΑ

01
Πήλινο σκεύος σε μορφή ειδωλίου Σειρήνας. 2ος – 1ος αι. π.Χ. Από το δυτικό νεκροταφείο της Απτέρας. Τελετουργικό σκεύος που συνδυάζει κεφαλή και σώμα νεαρής γυναίκας με φτερά και πόδια πτηνού, αποδίδοντας την μορφή Σειρήνας.
© ΥΠΠΟΑ / Εφορία αρχαιοτήτων Χανίων
02
Χρυσό περίαπτο (μενταγιόν) πριν τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Από τη Νεκρόπολη της ορθής Πέτρας. Εικονίζεται γυναικεία μορφή, κάτω από την οποία αποδίδονται τρία αγγεία σε σειρά.
© Πανεπιστήμιο Κρήτης / Κέντρο Μελέτης, Μουσείο αρχαίας Ελεύθερνας
03
Πήλινο ειδώλιο ένθρονης βρεφοκρατούσας Ίσιδος 31 π.Χ. – 324 μ.Χ. Από Ρωμαϊκό Ιερό
© ΥΠΠΟΑ / Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου
01
Πήλινο σκεύος σε μορφή ειδωλίου Σειρήνας. 2ος – 1ος αι. π.Χ. Από το δυτικό νεκροταφείο της Απτέρας. Τελετουργικό σκεύος που συνδυάζει κεφαλή και σώμα νεαρής γυναίκας με φτερά και πόδια πτηνού, αποδίδοντας την μορφή Σειρήνας.
© ΥΠΠΟΑ / Εφορία αρχαιοτήτων Χανίων
02
Χρυσό περίαπτο (μενταγιόν) πριν τα μέσα του 7ου αι. π.Χ. Από τη Νεκρόπολη της ορθής Πέτρας. Εικονίζεται γυναικεία μορφή, κάτω από την οποία αποδίδονται τρία αγγεία σε σειρά.
© Πανεπιστήμιο Κρήτης / Κέντρο Μελέτης, Μουσείο αρχαίας Ελεύθερνας
03
Πήλινο ειδώλιο ένθρονης βρεφοκρατούσας Ίσιδος 31 π.Χ. – 324 μ.Χ. Από Ρωμαϊκό Ιερό
© ΥΠΠΟΑ / Εφορεία Αρχαιοτήτων Ηρακλείου

ΕΝΟΤΗΤΕΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

Κνωσός

Η παλαιότερη Κνωσός έχει τη δική της ανάδυση, γνωστή και καταγεγραμμένη πολλαπλώς από τον Καλοκαιρινό και τον Evans έως και σήμερα. Με τις αναστυλώσεις του ανακτόρου της και τον υπερπληθυσμό των επισκεπτών, είναι η πλέον γνωστή παγκοσμίως θέση μετά την αθηναϊκή Ακρόπολη. Γι’ αυτό και η παρούσα έκθεση δεν περιελάμβανε παρά μόνον ελάχιστα στοιχεία από τον χώρο του πασίγνωστου ανακτορικού της κέντρου. Αντίθετα, στόχος της έκθεσης ήταν να κατανοήσει ο επισκέπτης τη συνέχεια της πόλης της Κνωσού εκτός του ανακτόρου, χωρικά και διαχρονικά. Να δει την κοπιώδη και συνεχή προσπάθεια των αρχαιολόγων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και της Βρετανικής Σχολής Αθηνών και όλων εκείνων που συμβάλλουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην πληρέστερη εικόνα της απόδοσης της πρωτεύουσας πόλης της Κρήτης τόσο στο επιστημονικό όσον και στο ευρύτερο κοινό. Να καταλάβει ότι η Κνωσός δεν είναι μόνον το ανάκτορο. Ότι η πόλη συνεχιζόταν και έξω από αυτό, ότι διέθετε «ιστορία», αιώνες πριν κατασκευαστεί το ανάκτορο, κατά τη νεολιθική περίοδο ότι η πόλη είχε επικράτεια μεγάλη, λιμάνια και νεκροπόλεις όχι μόνον κατά τη διάρκεια της ανακτορικής περιόδου, παλαιάς και νέας, αλλά σε όλες τις μετέπειτα περιόδους. Η Κνωσός εξακολούθησε τη μεγάλη της πορεία όχι μόνο στα γεωμετρικά, αρχαϊκά, κλασικά, ελληνιστικά, αλλά και στα ρωμαϊκά χρόνια και προχώρησε και πέρασε στον χριστιανισμό, όπως φανερώνουν οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές, καθώς και άλλα ευρήματα που χρονολογούνται στα πρωτοβυζαντινά χρόνια.

 

Ελεύθερνα

Η Ελεύθερνα είχε μια διαφορετική ερευνητική ιστορία και διαφορετικό τρόπο προσέγγισης της συντήρησης, αναστύλωσης και ανάδειξης των αρχαιοτήτων της, καθώς ξεκίνησε τη συστηματική της ανασκαφή σχετικά πρόσφατα, έχοντας διδαχθεί από το παράδειγμα της Κνωσού. Μετά την αναγκαστική εγκατάλειψη της αρχαίας και μεσαιωνικής πόλης, φαίνεται ότι περνά στη λησμονιά με αποτέλεσμα είτε να μην αναγράφεται σε αρκετούς χάρτες της Κρήτης από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα είτε να τοποθετείται λανθασμένα στους περισσότερους από όσους την αναφέρουν σημειώνοντάς την ανατολικότερα και νοτιότερα από την πραγματική της θέση ή την συγχέουν με την Απολλωνία στα ΒΔ του Ηρακλείου.

Ελάχιστες είναι και οι επιτόπιες αναφορές στο ίδιο διάστημα από επισκέπτες-περιηγητές της Κρήτης, που είτε επισκέφθηκαν οι ίδιοι την περιοχή είτε κατέγραψαν πράγματα εξ ακοής ή από αποθησαυρισμούς άλλων. Μόνον ο 18ος και κυρίως ο 19ος αιώνας αποτυπώνουν την ορθή θέση της στους χάρτες και οι αναφορές γι’ αυτήν γίνονται πιο ουσιαστικές. Οι επιθυμίες και οι ανταγωνισμοί των ξένων σχολών (κυρίως της Βρετανικής και της Ιταλικής) για μια ανασκαφή, θα καθυστερήσουν μια ουσιαστική ανάδυση της πόλης και μόνον το ενδιαφέρον της Κρητικής Πολιτείας για την ανάδυση της ελληνικής ταυτότητας του νησιού, θα ωθήσουν τον Βενιζέλο στο πλαίσιο του προγράμματος της αναβάθμισης του οδικού δικτύου του νησιού να αναθέσει το 1908 στον εκπαιδευτικό Ε. Πετρουλάκη την αποκατάσταση της βόρειας – ελληνιστικής γέφυρας, η οποία είχε καταστραφεί από πλημμύρα του ποταμού το 1898. Ο Πετρουλάκης φαίνεται ότι είναι ο πρώτος που ερεύνησε και τμήμα της ακρόπολης την ίδια χρονιά. Ακολούθησε ο Payne με μια μικρή χρονικά ανασκαφική έρευνα το 1929 ,αλλά χωρίς συνέχεια. Η ανάδυση της πόλης έμελλε να γίνει από ελληνικά χέρια με τις ανασκαφές του Πανεπιστημίου Κρήτης ως επιφανειακή έρευνα αρχικά, το 1984, και συστηματικά από το 1985 και εξής, έρευνα που συνεχίζεται και σήμερα.

 

Άπτερα

Η ερευνητική ιστορία της Άπτερας, της πόλης που δεσπόζει στη θάλασσα του κόλπου της Σούδας και στην αρχή του κάμπου του Αποκόρωνα, μοιάζει με αυτήν της Ελεύθερνας. Ωστόσο, η θέση της, όταν αναγράφεται στους χάρτες μετά τον 15ο αιώνα σημειώνεται ορθότερα σε σχέση με την πραγματική της θέση απ’ ό,τι συνέβη με την Ελεύθερνα. Η ταύτισή της έγινε από τον R. Pashley το 1834. Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες έγιναν από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή το 1862 και 1864. Αναφορές για την πόλη βρίσκουμε στα τέλη του 19ου αιώνα από τον Ι. Σβορώνο και τον Στ. Ξανθουδίδη, ενώ την τέταρτη δεκαετία του 20ού αιώνα η M. Guarducci δημοσιεύει επιγραφές από την πόλη. Το 1942 οι Γερμανοί ανασκάπτουν τον δίχωρο ναό υπό την επίβλεψη του Β. Θεοφανίδη, ενώ από το 1958 και εξής η Αρχαιολογική Υπηρεσία ξεκινά ανασκαφικές έρευνες με σωστικό χαρακτήρα. Η συστηματική ανασκαφή της πόλης είχε ζητηθεί το 1984 από το Πανεπιστήμιο Κρήτης μαζί (εναλλακτικά) με τη Ελεύθερνα. Το Υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε να δοθεί στο Πανεπιστήμιο η Ελεύθερνα, ενώ αργότερα την ανασκαφή της Απτέρας ανέλαβε η Αρχαιολογική Υπηρεσία (ΚΕ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, σήμερα ΕΦΑ Χανίων), έρευνα που συνεχίζεται έως σήμερα.

 

Συντελεστές Έκθεσης: Ιδέα Καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης, Διευθυντής Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

Συντονισμός – Σχεδιασμός: Καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης, Διευθυντής Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

Δρ Ελένη Παπαδοπούλου, Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων

Δημήτριος Μιχελογιάννης, Εντεταλμένος Σύμβουλος Ανάπτυξης Περιφέρειας Κρήτης

Γενική Επιμέλεια: Καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης – Δρ Ελένη Παπαδοπούλου

Συνεπιμέλεια, Μουσειολογική – Μουσειογραφική Μελέτη:

Ιουλία Γ. Λουρεντζάτου, Υπεύθυνη Μητρώου Αρχαιοτήτων Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

Δρ Ιωάννης Δ. Φάππας, Επιμελητής Αρχαιοτήτων Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

 

Ανάρτηση – Στήριξη Αντικειμένων – Σχεδιασμός Αναρτήσεων: Χρήστος Στεφανίδης, Βασιλική Τσιροπούλου

Εκθεσιακές Κατασκευές: Μάνος Λιγνός

Καλλιτεχνική Επιμέλεια: GR405 architects, Άρης Ζαμπίκος

Οικονομική Διαχείριση: Αθανάσιος Μασούρας, Οικονομικός Διευθυντής Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης, 

Αργυρώ Φελεσάκη, Υπεύθυνη Λογιστηρίου Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων

Χρυσούλα Δασκαλάκη, Περιφέρεια Κρήτης

Όθωνας Χαραλαμπάκης, ΚΕΠΠΕΔΗΧ-ΚΑΜ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΚΘΕΣΗΣ

ΑΓΟΡΑ

Την έκθεση συνόδευε επιστημονικός κατάλογος, στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, με λήμματα όλων των εκθεμάτων και πλούσιο φωτογραφικό υλικό.